περιβολάκι

περιβολάκι
το маленький огород или сад (фруктовых или оливковых деревьев)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "περιβολάκι" в других словарях:

  • περιβολάκι — Oνομασία 2 οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (950 κάτ., υψόμ. 110 μ.), στην πρώην επαρχία Λαγκαδά του νομού Θεσσαλονίκης. Βρίσκεται πολύ κοντά στο Λαγκαδά. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (8 τ. χλμ., κάτ.), στην οποία ανήκει και άλλος ένας… …   Dictionary of Greek

  • περιβολάκι — το μικρό περιβόλι, κηπάριο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Μικρό Περιβολάκι — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 200 μ., 274 κάτ.) στην πρώην επαρχία Βόλου του νομού Μαγνησίας. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο του νομού, 32 χλμ. ΒΔ του Βόλου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Φερών …   Dictionary of Greek

  • Grevena — Gemeinde Grevena Δήμος Γρεβενών (Γρεβενά) …   Deutsch Wikipedia

  • κηπάκι — το [κήπος] μικρός κήπος, περιβολάκι …   Dictionary of Greek

  • κηπάριο — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 750 μ., 68 κάτ.) του νομού Κοζάνης. Βρίσκεται στο μέσο του νομού, 16 χλμ. ΒΔ της πόλης της Κοζάνης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κοζάνης. * * * το [κήπος] κηπάκι, περιβολάκι …   Dictionary of Greek

  • περβολάκι — το βλ. περιβολάκι …   Dictionary of Greek

  • χορτάρι — το / χορτάριον, ΝΜΑ 1. χόρτο, χλόη, πρασινάδα νεοελλ. κάθε ποώδες φυτό («και στην κόμη στεφάνι φορεί / γινόμενο από λίγα χορτάρια / που είχαν μείνει στην έρημη γη», Σολωμ.) αρχ. μικρός χόρτος*, μικρό περιβόλι, περιβολάκι. [ΕΤΥΜΟΛ. < χόρτος +… …   Dictionary of Greek

  • κηπάριο — κηπάριο, το και κηπάκι, το μικρός κήπος, περιβολάκι: Δεν το πουλάει το κηπάριο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»